Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Αφήγηση της τραγωδίας του ΑΙΣΧΥΛΟΥ

Αφήγηση της τραγωδίας του  ΑΙΣΧΥΛΟΥ

                             Π Ε Ρ Σ Ε Σ
                  Μετάφραση: Ι. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ
                                           
      ………………………………………………….

Από όλες τις τραγωδίες , και των τριών τραγικών ποιητών, που η γραπτή παράδοση έχει διασώσει, οι ‘’ΠΕΡΣΕΣ’’, είναι η μόνη τραγωδία που το θέμα της, δεν προέρχεται από τη μυθική παράδοση,  αλλά έχει σχέση με γεγονότα που συνέβησαν στην εποχή του ποιητή. Πιο συγκεκριμένα η ήtτα των ΠΕΡΣΏΝ  στη ναυμαχία της Σαλαμίνας(είχε πάρει μέρος και ο Αισχύλος.)

                                           Ιστορικά γεγονότα
     
Το πρώτο μισό του 5ου αιώνα συγκλόνισαν τον Ελλαδικό χώρο, οι ‘’Περσικοί πόλεμοι. ’’Οι Έλληνες με ηρωϊσμό και αυταπάρνηση αντιμετώπισαν τους εξ ανατολών εισβολείς,  
1) Η  πρώτη έγινε επι Δαρείου με αρχιστράτηγο τον Μαρδόνιο
. Παρ ’όλες τις πρώτες νίκες του Μαρδονίου, είχε υποδουλώσει όλες τις φυλές που ήταν πριν από τη Μακεδονία, όταν όμως βρισκότανε στον Άθω φύσηξε δυνατός βοριάς, σκόρπισε το στόλο του ρίχνοντας πάνω στα βράχια καράβια κι ανθρώπους και ο Μαρδόνιος με ότι  του είχε απομείνει επιστρέφει στη Περσία.
2) Η δεύτερη εκστρατεία κατά της Ελλάδας 490 π. Χ. με Αρχιστράτηγους τον Δάτη και τον Αρταφέρνη
 Είχαν εντολή από τον Δαρείο να εξανδραποδίσουν  την Αθήνα και την Ερέτρια και να φέρουν μπροστά του τα ανδράποδα. Όμως δεν κατάφεραν να πάνε τα ανδράποδα στο Δαρείο, Οι Έλληνες  πολέμησαν με ηρωϊσμό στα πολεμικά μέτωπα. Στη μάχη του Μαραθώνα, πολέμησε και ο Αισχύλος, Στη μάχη του Μαραθώνα , γράφει ο Ηρόδοτος στο κεφάλαιο ‘’Ερατώ’’, σκοτώθηκαν έξη χιλιάδες τετρακόσιοι περίπου βάρβαροι και εκατόν ενενήντα Αθηναίοι…….Ο αδερφός του Αισχύλου,  Κυνέγειρος, ενώ κρατούσε από την πρύμνη ένα περσικό καράβι ,οι βάρβαροι του κόψανε το χέρι και πέθανε…… τελικά δεν κατόρθωσαν οι Πέρσες να εξανδραποδίσουν την Αθήνα και την Ερέτρια και αναγκάστηκα να γυρίσουν στη χώρα τους χωρίς τα ανδράποδα..
3) Η  Τρίτη εκστρατεία κατά της Ελλάδας έγινε το 480 π. Χ.. Βασιλιάς των Περσών ο Ξέρξης ,γιός του Δαρείου.
 Φιλοδοξία του να καθυποτάξει ολόκληρη την Ελλάδα και να κάψει την Αθήνα. Ο  Ηρόδοτος στο κεφάλαιο ‘’Πολύμνια’’ γράφει τι έλεγε ο Ξέρξης στους στρατηγούς του «……….αν τους κατακτήσουμε τότε θα δώσουμε για σύνορα στην Περσική γη τον αιθέρα του Δία. Ο ήλιος δεν θα βλέπει πια χώρα που να συνορεύει με τη δική μας…….κι’ έτσι όσοι έφταιξαν και δεν έφταιξαν θα μπούν στο ζυγό μας…..»
Ακόμα στο ίδιο κεφάλαιο ο Ηρόδοτος περιγράφει με λεπτομέρειες τις προετοιμασίες του Ξέρξη, καθώς και τις προετοιμασίες των Ελλήνων..
Οι Πέρσες μέσω του Ελλήσποντου, που τον είχαν ζεύξει με γιοφύρι και μέσω της διώρυγας που είχαν ανοίξει στην περιοχή του Άθω, ξεχύθηκαν με ορμή στην Ελληνική γη. Οι Έλληνες δεν πτοήθηκαν από τις ορδές του εισβολέα και με ηρωϊσμό υπεράσπησαν την Ελληνική γη. Οι μάχες που δόθηκαν στις Θερμοπύλες, στις Πλαταιές και η νίκη των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας έχουν παραμείνει σαν ορόσημα της νίκης του πολιτισμένου κόσμου ενάντια στην βαρβαρότητα και στην αλαζονεία των ισχυρών, όπου χρόνου και γης.
Αυτό τον πόλεμο και την ήττα του Περσικού στόλου έχει για θέμα του ,η τραγωδία του Αισχύλου ΠΕΡΣΕΣ. 
.
  
                             ΠΕΡΣΕΣ
         Αλαζονεία και   έπαρση  των ισχυρών

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
ΧΟΡΟΣ (τον αποτελούν γέροντες προύχοντες των Περσών)
ΑΤΟΣΣΑ, --βασίλισσα, μητέρα του  Ξέρξη
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
ΦΑΝΤΑΣΜΑ (του Δαρείου)
ΞΕΡΞΗΣ

                                                                                                                                                         
                           Η  υπόθεση εξελίσσεται στην πρωτεύουσα της Περσίας
Σε όλη την εξέλιξη του δράματος κυριαρχεί ο χορός των γερόντων Περσών. Δεν είναι    ένας χορός που  απλά νουθετεί, σχολιάζει, κρίνει , αλλά όπως θα  λέγαμε σήμερα,
 ‘’είναι μέρος του προβλήματος’. Η  τραγωδία αρχίζει με την πάροδο του χορού.
                                     ΠΑΡΟΔΟΣ
                    (περηφάνεια, κομπασμός. )
Με περηφάνεια, οι γέροντες το χορού,  για το ρόλο που τους έχει αναθέσει ο αυτοκράτορας Ξέρξης, όσο καιρό εκείνος θα λείπει, αλλά και για τον ανίκητο στρατό τους που έχει φύγει ,αρχίζουν το λόγο τους ,ένα λόγο έντονο, θα έλεγα, σε στρατιωτικό ρυθμό ,  σαν  ν’  ακούς πολεμικές σάλπιγγες .

«…τάδε μέν Περσῶν τῶν οἰχομένων
Ἑλλάδ’ ἐς αἶαν πιστά καλεῖται,
καί τῶν ἀφνεῶν καί πολυχρύσων
ἐδράνων φύλακες , κατά πρεσβείαν
οὔς αὐτός
Ἄναξ Ξέρξης βασιλεύς
Δαρειογενής
εἴλετο χώρας εφορεύειν……
Των Περσών πόχουν φύγει και πήγανε
στων Ελλήνων τη χώρα, εμείς είμαστε
οι πιστοί που μας λένε
και των πλουσίων αυτών και των πολύχρυσων παλατιών οι φυλάχτορες
που απ’ αξιά μας ο ίδιος ο αφέντης μας
Δαρειογέννητος Ξέρξης μας διάλεξε
ν’ αγρυπνούμε επάνω στη χώρα του…..

Σε συνέχεια , ο χορός, συνεχίζοντας με τον ίδιο ρυθμό και την ίδια περηφάνεια αλλά  όμως και αλαζονεία, αναφέρει όλα τα ονόματα  των αρχηγών που ξεκίνησαν απ’ όλη την Περσική επικράτεια και με αναρίθμητο στρατό, ξεκίνησαν για πόλεμο εναντίον της Ελλάδας.

«…..Εκείνοι αφήνοντας Σούσα κι’ Εκβάτανα
καί τ’ αρχαία Κισσιανά  τα πυργόκαστρα
φύγαν, άλλοι καβάλα στ ’αλόγατα, μες στα καράβια κι’ αμέτρητοι
με τα πόδια πεζοί
του πολέμου τ’  ολόπυκνο στίφος……………
του μεγάλου μας βασιλιά βασιλιάδες  υπήκοοι,
οδηγώντας το αμέτρητο στράτευμα,
τοξοκράτορες και καβαλλάριδες
φοβεροί να τους δείς  και στον πόλεμο
τρομεροί με τ’ αδάμαστο
της ψυχής τωνε θάρρος…..
………………………………..
Έτσ η μοίρα των θεών βαστάει από πάντα
για τους Πέρσες κι’ ώρισ ’έτσι:
να βολεύουν  πολέμους καστρομάχους,
αλογόδιωχτες αντάρες και παρμένες
να κουρσεύουν των οχτρών τις πολιτείες.
Μα έμαθαν και της πλατύδρομης της θάλασσας
σαν αφρίζει με τη μάνητα του ανέμου
τους απέραντους τους κάμπους ν’ αντικρίζουν
μπιστεμένοι στα λεπτόκλωνα τα ξάρτια
και τα ξύλινα σκαριά τ’  ανθρωποφόρα
……………………………………………………..
Γιατί ένας ολάκερος λαός
καβαλλάριδες και στρατοκόποι,
όμοιο σμάρι μελίσσια, μας άφησε
και πάει άφαντος
το στρατάρχη ακλουθόντας κατόπι,
αφού εδιάβη τους όχτους της θάλασσας,
που ζεμένοι απ’ τις δυό τις μεριές
τώρα ενώνουν τις δυό τις στεριές………..
Με ιδιαίτερη έξαψη, ο χορός ,   αναφέρει  τα ονόματα όλων των στρατηγών που ήρθαν από όλα τα μέρη της απέραντης αυτοκρατορίας οδηγώντας ο καθένας το δικό του το στράτευμα.
Σίγουροι για τη νίκη.
Το μέρος αυτό της παρόδου δείχνει  ακριβώς την έπαρση και τη σιγουριά ότι, είναι απ τους θεούς κανονισμένο να νικάει πάντα ο Περσικός στρατός και να υποτάσσει λαούς και έθνη.
Από την αρχή της τραγωδίας , μπαίνει ο προβληματισμός του ποιητή , για την έπαρση των δυνατών, που δεν σκέφτονται ότι υπάρχουν και ήττες και ότι οι νίκες, δεν εξαρτώνται από τη θέληση θεϊκής δύναμης.

                                   Ανησυχία
                                ………………..
Όμως ,οι γέροντες είναι ανήσυχοι, γιατί, παρ’ ολο που πέρασε πολύς καιρός που ο στρατός άφησε την Περσική γη και πέρασε  αντίπερα στη γη της Ελλάδας,   δεν έχει έρθει καμιά είδηση , δεν έφτασε κανένας μαντατοφόρος να τους πληροφορήσει για την τύχη του σιδερόφρακτου στρατού Το μοτίβο, της περηφάνιας και της έπαρσης για τον αήττητο στρατό τους και την παλικαριά των ανδρών, εναλλάσσεται, με ανησυχίες και φόβους των μανάδων ,πατεράδων , θυγατέρων,  συζύγων, που θρηνούν για τους δικούς τους που έφυγαν και δεν ξέρουν αν θα γυρίσουν ζωντανοί.
Με έκδηλο τρόμο φοβούνται μήπως ακουστεί «………Πάει, χάθηκε, ο στρατός των Περσών….»
Η  πάροδος ξεκίνησε με περηφάνια, έξαψη, έπαρση, για τον σιδερόφρακτο Περσικό στρατό που είναι αήττητος, και τελειώνει με  αισθήματα ανησυχίας, αγωνίας για την τύχη του στρατού Έτσι τελικά αμήχανοι γιατί δεν μπορούν κάπου να καταλήξουν, αποφασίζουν να βρούν κάποιο μέρος να κάτσουν και να συσκεφθούν. Τι να συσκεφθούν, οι φυλάχτορες του παλατιού, αφού δεν έχουν καμιά  πληροφορία.
Τελικά η σύσκεψη δεν πραγματοποιείτε, γιατί βλέπουν να έρχεται προς το μέρος τους η Άτοσσα, η μητέρα του Ξέρξη.

                                       ΠΡΩΤΟ    ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
                               ΧΟΡΟΣ----ΑΤΟΣΣΑ
Όνειρα και φαντασιώσεις της  Άτοσσας.

Μπαίνει η Άτοσσα, βασίλισσα, χήρα του Δαρείου και μάνα του Ξέρξη, λαμπροστολισμένη, καθισμένη  πάνω σε πολυτελές  αυτοκρατορικό άρμα. Ο χορός την καλωσορίζει  γονατιστός και με το κεφάλι γερμένο μέχρι τη γη, προσφωνώντας την, γυναίκα ενός θεού του Δαρείου και μητέρα, ενός θεού του Ξέρξη, προσθέτοντας με επιφύλαξη  «………….αν η αρχαία τύχη δεν έχει το στρατό μας αρνηστεί …..»
( Βέβαια, και με μεγάλο σεβασμό, θα τη βοηθήσουν να κατεβεί από το άρμα)
 Η Άτοσσα, εξομολογείται ότι από την αγωνία για την τύχη του στρατού και του βασιλιά μένει ξάγρυπνη πολλές νύχτες.   Δυσοίωνες παραισθήσεις ,  φόβοι και όνειρα ,της ταράζουν τον ύπνο. Φοβάται μήπως ο μέγα πλούτος που με τη’’ βοήθεια των θεών’’ συγκέντρωσε ο Δαρείος ,μπορεί να γκρεμιστεί, και εκφράζει αμέσως την άποψη «……….πως μήτε δίχως άντρες ,θησαυροί έχουν τιμή στον κόσμο, μα ούτε άνθρωποι χωρίς χρήματα λάμπουνε με όσο έχει η δύναμή τους φως   ‘’Πάνω απ’όλα το χρήμα για τη βασίλισσα’’
Αυτό όμως το όνειρο, που είδε την περασμένη νύχτα,  την έκανε να συναντήσει τους φυλάχτορες του θρόνου (το χορό) μήπως και μπορέσουν να της το εξηγήσουν .
Είδε, λέει, στον ύπνο της, δυο όμορφες, καλοντυμένες γυναίκες από το ίδιο γένος να φιλονικούν. Η μια με κλήρο πήρε δώρο την Ελλάδα και η άλλη την Περσία. Πλησίασε ο γιός της και θέλησε να τις μερέψει. Τις ζεύει στο άρμα του και τις περνά στο σβέρκο ζυγολούρια . Η μια, που είχε την Περσία, υποτάχτηκα και καμάρωνε μάλιστα . Η άλλη, που είχε την Ελλάδα, δεν υποτάχτηκε, θρυμματίζει τα σύνεργα του δίφρου, σπάει στη μέση το ζυγό και πέφτει κατάχαμα ο Ξέρξης. Σε λίγο έρχεται ο Δαρείος , μόλις τον είδ΄ο Ξέρξης σκίζει τα ρούχα που φόραγε. Αυτό ήταν τ΄ όνειρο. Τρομαγμένη σηκώνεται και παίρνει προσφορές για τους θεούς.
Εκεί της φάνηκε, πως ένας αητός ,έφυγε προς το βωμό του Απόλλωνα, κι’ ένα κιρκινέζι να πέφτει πάνω στον αητό και αρχίζει να του μαδάει το κεφάλι. Αυτά, διηγείται με έντονη αγωνία, η Άτοσσα και ζητάει τη γνώμη του χορού. Όμως , σαν να αισθάνεται ότι ξανοίχτηκε προς τους υπηκόους της περισσότερο απ’ ότι θάπρεπε, με αυστηρό ,αυταρχικό  ύφος τους προειδοποιεί
«…………………………γιατί να ξέρετε που ο γιός μου, / αν θα πετύχει δόξα ασύγκριτη θα πάρει / μα κι ’αν του ερθούν ενάντια δεν έχει να δώσει / λόγο στη χώρα του, φτάνει να γυρίσει / και το ίδιο πάντα ρήγας της, κι ’αφέντης θάναι……» Ο Αισχύλος , με  ιδιαίτερη έμφαση, τονίζει την απαξίωση των λαών, από μέρους της αυταρχικής εξουσίας. Ακόμα θα πρέπει να τονιστεί ότι τον Αισχύλο, μπορούμε  να καταλάβουμε ότι τον απασχολεί , ιδιαίτερα το θέμα της έπαρσης και αλαζονείας , ατόμων και κρατών.
Ο  χορός, στην ερώτηση της Άτοσσας, να πεί τη γνώμη του  για όσα τους αφηγήθηκε, της απαντούν  « Δεν θα θέλαμε, μητέρα, με τα λόγια μας πολύ / να σου δίνομε ούτε θάρρος ούτε φόβο…….» Τη συμβουλεύουν να προσπέσει με παρακλήσεις στους θεούς και να ζητήσει όλ’ αυτά να βγούν σε καλό γι’ αυτή, τα παιδιά της, τη χώρα και γι΄ αυτούς
  Ύστερα να χύσει χοές στους νεκρούς και στον τάφο του Δαρείου και  να παρακαλέσει, να στέλνει κάτω απ’ τη γη όλο χαρές γι’ αυτή και τα παιδιά της  «……και τα ενάντια στης γης μέσα να κρατάει τη σκοτεινιά… / Τέτοια συμβουλή σου δίνει με προαίρεση αγαθή / ψυχομάντευτη η καρδιά μου κι’ όπως κρίνομεν εμείς  / όλ’ αυτά σε καλό θάβγουν από κάθε τους μεριά»
Η  Άτοσσα υπόσχεται ότι θα κάνει ότι τη συμβουλεύει ο χορός . Αλλα πριν φύγει για το παλάτι, ακολουθεί μια πολύ περίεργη  στιχομυθία ανάμεσα σ’ αυτή και στο χορό. Ρωτάει πράγματα που θάπρεπε να τα ξέρει απ’ την εποχή του Δαρείου. Ρωτάει κατά που πέφτει η Αθήνα, εάν έχουν δυνατό στρατό, ποιος είναι μπροστάρης κι’ εξουσιάζει το στρατό. Η απάντηση του χορού «δούλοι δεν λογιούνται ανθρώπου ουδ’ υπήκοοι κανενός» Η Άτοσσα όμως επιμένει « Κι όταν πάει εχτρός στη χώρα τους πως μπροστά του θα σταθούν»
Ο χορός της υπενθυμίζει  «…όπως του Δαρείου εφτείραν τον πολύ και άξιο στρατό..»
Γιατί ο Αισχύλος προτάσσει αυτό τον άσκοπο διάλογο λίγο πριν αναγγελθεί η καταστροφή του στρατού; Η εξήγηση, ή μπορεί να ήθελε ν’ ακουστεί ξανά το’ ’δούλοι δεν λογιούνται ανθρώπου ουδ’ υπήκοοι κανενός’’ ή  να βρίσκεται στον άξονα που διαπερνάει ολόκληρη την τραγωδία και έχει σχέση με τον δεσποτισμό,  την αλαζονεία, τον αυταρχισμό και την έπαρση των ισχυρών όπου γης και χρόνου.
Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα αβεβαιότητας ανησυχίας, και πρίν προφτάσει η Άτοσσα να πάει στο παλάτι ακούγεται  η σπαραχτική φωνή ενός Πέρση, του Αγγελιοφόρου, που αναγγέλει την καταστροφή του Περσικού στρατού.

   ΤΟ ΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
«  Ω  της  Ασίας χωριά και χώρες
ω της Περσίας γη λιμάνι τόσου πλούτου
πως  μ’ένα μόνο χτύπημα τόση ευτυχία
γένηκε στάχτη κ’ έρρεψε των Περσών τάνθος.
Ωιμέ
κακό ναι το μήνυμα κανείς να φέρνει
πρώτος της συμφοράς, μα όμως ανάγκη ακόμα
κι’ όλο σε σας το πάθημα να ξεδιπλώσω.
Γιατ’ όλος πάει, χάθηκ’ ο στρατός μας Πέρσες»
Μια τραγική σιωπή απλώνεται στην ατμόσφαιρα, που πριν από λίγο ηχούσαν οι φωνές των γερόντων του χορού που με καμάρι και σιγουριά δήλωναν ,ότι είναι από το θεό δοσμένο να νικούν πάντα οι Πέρσες, και τώρα ακούν τον Αγγελιοφόρο θρηνώντας να λέει ότι «……..κ’ είναι γιομάτα  απ’τους νεκρούς μας
της Σαλαμίνας κι’ όλα γύρω τ’ ακρογιάλια……
Ω πολυμίσητο όνομα της Σαλαμίνας
κι’ ωχ  πως στενάζω να θυμάμαι την Αθήνα.
Σε συνέχεια, η αφήγηση της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, από τον Αγγελιοφόρο, που είναι ένα πραγματικά  αριστουργηματικό κείμενο, απλώνει μεγαλύτερη οδύνη πάνω στους Πέρσες που με βουβό πόνο ακούν τη καταστροφή του Περσικού στόλου στην Σαλαμίνα.
Τη προσωπική εμπειρία του o Αισχύλος από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας , τη μετατρέπει η ποιητική Αισχυλική μεγαλοφυΐα του ,σ’ ένα έξοχο ποιητικό κείμενο.
Η απαρίθμηση, από τον Αγγελιοφόρο, των ονομάτων των στραταρχών που χάθηκαν, φαντάζει σαν μνημόσυνο, αυτών , που στην πάροδο, ο χορός, τους εξυμνούσε για την ανδρεία τους που μαζί με το λεφούσι των στρατιών τους και με πολεμικούς παιάνες, βάδιζαν, σίγουροι ότι θα γυρίσουν νικητές.
                           
                            Αγωνία της Άτοσσας για τον γιό της Ξέρξη

Για αρκετή ώρα η Άτοσσα  στέκει σαν κεραυνόπληκτη, βουβή, δεν είναι σε θέση να συλλάβει το μέγεθος της καταστροφής  . Ύστερα από μια θανατερή σιωπή , προσπαθώντας να πνίξει το πόνο που αισθάνεται, αρχίζει να μιλάει με δυσκολία κρατώντας τα δάκρυά της  «……..Στέκω βουβή ως την ώρα, σαν να τα έχω χάσει / στην τόση συμφορά. Γιατί έτσι κάθε μέτρο / περνάει αυτή , πούτε το στόμα μου  ν’ ανοίξω / μπορώ και για τα πάθη μας να τον ρωτήσω….
……………………………»Ύστερα από μεγάλη σιωπή συνεχίζει να μιλάει αργά, κομπιαστά, σαν να φοβάται μήπως  ακούσει το πιο πικρό μαντάτο.   Πνιγμένη από φόβο και αγωνία την καρδιά της, μιλάει αργά «……..Ξεδίπλωνε τη συμφορά κι’ όσο αν στενάζεις / να τα θυμάσαι, σφίξε  την καρδιά και πές μας» ύστερα από μικρή παύση συνεχίζει τονίζοντας μια μία τις λέξεις «Ποιος δεν έχει χαθεί και ποιόν απ’τους στρατάρχες / έχουμε να ποθούμε, που αρχηγός σκηπτούχους / την τάξη του έρημη άφησε με τη θανή του,»
Ο Αγγελιοφόρος πιθανόν να κατάλαβε για ποιόν κυρίως ρωτάει και της απαντάει έντονα φωναχτά.  « Ο ίδιος ο Ξέρξης ζει και βλέπει το φως του ήλιου.»
Ένας αλαλαγμός έξαλλης  χαράς γεμίζει την ατμόσφαιρα. Η βασιλομήτωρ κραυγάζει « Για τα δικά μου σπίτια φως είπες μεγάλο κι’ από νυχτιά θεοσκότεινη, ξέλαμπρη μέρα» Η χαρά γιατί ο γιός της ζεί μπορεί να έχει πολλές ερμηνείες. Πρώτα πρώτα σαν μάννα είναι φυσικό να χαίρεται που ο γιός της ζεί, όμως η Άτοσσα ποτέ δεν ξεχνάει ότι είναι μάνα αυτοκράτορα και πρέπει να διατηρηθεί η αυτοκρατορική δυναστεία. Ας θυμηθούμε αυτό που λέει η Άτοσσα στην αρχή της τραγωδίας «…….Γιατί να ξέρετε που ο γιός μου, / ανα θα πετύχει δόξα ασύγκριτη θα πάρει. / Μα κι’ αν του ερθούν ενάντια, δεν έχει να δώσει / λόγο στη χώρα του, και φτάνει να γυρίσει πίσω / το ίδιο πάντα ρήγα της κι’ αφέντης θάναι.»
Τώρα καταλαβαίνει ότι  τα όνειρα και οι παραισθήσεις βγήκαν αληθινές, και απευθυνόμενη στο χορό  τους κατηγορεί ότι  «………πέσατε όξω κι’ όξω εσείς οι ονειροκρίτες»
Ξαναβρίσκοντας   την αυτοκυριαρχία της, πριν φύγει απευθυνόμενη στο χορό με αυστηρό ύφος « ..Μα και σεις πρέπει σ’  αυτά επάνω που μας τύχαν / πιστές για του πιστούς κυρίους βουλές να βρείτε……κι’ αν τύχει και φτάσει εδώ πριν από μένα  / παρηγοράτε τον εσείς, κι’ως τα παλάτια / να τον συνοδέψετε, μήπως στα τόσα / δεινά προσθέσει κι’ άλλο κανένα απάνω……..»  Δεν νομίζω ότι χρειάζονται σχόλια γι’  αυτά που λέει   Γνήσια βασιλομήτωρ αυταρχικής   εξουσίας όλων των εποχών.  

                               ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ
                    Επιτάφιος θρήνος για μια μεγάλη αυτοκρατορία

    

Μ’ αυτό το στάσιμο ο Αισχύλος μας χάρισε ένα ανυπέρβλητο σπαρακτικό μοιρολόι για την εξαφάνιση ενός δυνατού και υπερήφανου στρατού , για την αρχή της πτώσης μιας απέραντης αυτοκρατορίας που διαφέντευε λαούς καστρομάχους, και ζωγραφίζει με έντονο τρόπο πως κυβερνιόνται οι λαοί κάτω από  ένα αυταρχικό καθεστώς
      
Έτσι μέσα στην ησυχία μιας σκηνικής παράστασης, υψώνεται η απελπισμένη φωνή των γερόντων του χορού.

«Παντοδύναμε Δία, τώρα που έφτειρες
το περήφανο αμέτρητο στράτευμα
των Περσών, μες στα Σούσα κ’ Εκβάτανα
πένθος άπλωσες μαύρο.
Μύριες τώρα γυναίκες ξεσκίζουνε
με τἀδύναμα χέρια τους πέπλους των
και με δάκρυα ποτάμια ολομούσκευτους
πλημμυρούνε τους κόρφους των
που όλες έχουνε μέρος στο πένθος.
Κ’ οι Περσίδες οι νύφες οι αβρόκλαυτες
να ιδούν πίσω ποθώντας τα ταίρια τους
ταπαλόστρωτ’ αφήνουν κρεββάτια τους
--αναγάλλια της ξέγνοιαστης νιότης των—
και θρηνούν με πιο αχόρταγο κλάμα
Μα κι’ εγώ των αντρών που χαθήκανε
τιμή φέρνω στο θάνατο,
πολυπένθητο θάνατο αλήθεια

Τώρα πέρα για πέρα θρηνεί
της Ασίας η χώρα π’ αδειάζει
τούς οδήγησ’ ο Ξέρξης, αλλοί
τους εχάλασ’ ο Ξέρξης,  αλλοί
κι’ όλα τάφερ’ ο Ξέρξης στραβά δίχως γνώση
  με τα πλοία που πήε ν’ αρματώσει.
…………………………………………………
……………………………………………….
Τους πεζούς μας και ναύτες μαζί
σαν κοπάδι πουλιών μαυροφτέρουγο
τα  καράβια οδηγήσανε, αλλοί
τα καράβια εχαλάσανε, αλλοί
μ’ αυτήν πόχουνε πάθει την πλέρια
συμφορά στων Ιώνων τα χέρια
…………………………………………
………………………………………..
Οι άλλοι όσοι στα βρόχια της Μοίρας
Πρωτοκλήρωτοι  πέσανε, ωϊμέ,
στου Κυχρέα τα ξερόβραχα , ωϊμένα
παραδέρνουνε  γύρω, ωϊμέ.
Ώχου στέναζε , σκίζου, διαλάλησε
ως τα ουράνια βαρειά  τη συμφορά σου
και γοερά τα τρισάθλια ξέσυρε
και πικρά φωναχτά σου.
Αχ, φρυχτά μες στο κύμα αργασμένα
τα κορμιά τους ξεσκίζουν, ωϊμέ
τα βουβά τα κουτάβια , ωϊμένα
της αμόλυντης θάλασσας, ωϊμέ.
Μα στα σπίτια πενθούν που τους χάσαν
κι οι γερόντοι γονιοί, που, που ορφανεύουν,
ως τα ουράνια θρηνούν και την πάσα
συμφορά τους μαθαίνουν.

Με σκεπτικισμό για την τύχη της αυτοκρατορίας ,συνεχίζεται, ο λόγος του χορού.
         ……………………………………………………………………………………………
Λίγο ακόμα και πια της Ασίας οι λαοί
Στων Περσών δεν ακούνε το νόμο,
δεν πληρώνουν σαν πριν τα δοσίματα
που τους φόρτωνε η ανάγκη στο νόμο,
κι’ ούτε ως πρώτα πεσμένοι στα γόνατα
προσταγές θε να δέχονται πιά,
γιατί τώρα για πάντα πάει χάθηκε
του μεγάλου η εξουσία βασιλιά.
Κάθε πια φυλακή από τις γλώσσες
των ανθρώπων θα λείψει ‘
κ ι’  ο λαός, μια που βγήκε της βίας ο ζυγός
κι’ απολύθηκε, ελεύτερο στόμα θ’ ανοίξει.
Αχ, του Αίαντα το νησί , που ολοτρόγυρα
ζών’  η  θάλασσα, τώρα μαζί
με το γαίμα  κι’   όλη έχει τη δύναμη
των Περσών καταπιεί»
               ………………………………….

    ΔΕΥΤΕΡΟ  ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
Προβληματισμοί της  Άτοσσας

Η  Άτοσσα προβληματισμένη και ανήσυχη. Η ψυχή της, όπως λέει, είναι γεμάτη τρόμο και έρχεται από τα παλάτια, χωρίς στολίδια και τα πρώτα μεγαλεία για να ρίξει χοές στον τάφο του Δαρείου. Απογυμνωμένη από τις αυτοκρατορικές πορφύρες, μιλάει σαν μια ψυχή που πάσχει. Τρομοκρατημένη, γιατί πιστεύει, ότι γκρέμισε την αυτοκρατορία ,η έχθρα των θεών . Δεν ψέγει τη συμπεριφορά του γιού της. Παρακαλεί το χορό, όταν εκείνη θα ρίχνει τις χοές, να ψάλουν τον ύμνο των νεκρών και να καλέσουν να βγεί στο φως το πνεύμα του Δαρείου.

         ΔΕΥΤΕΡΟ       ΣΤΑΣΙΜΟ
Έκκληση του χορού στο πνεύμα του Δαρείου
Αυτό το χορικό με αυξανόμενο ρυθμό και  ένταση  ξεπερνάει κάθε άλλο χορικό. Είναι ένα κι’ αυτό από τα πιο αριστουργηματικά της Αισχύλεια ποίησης. Δεν απευθύνονται σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο ,αλλά στη  ‘’σκιά’’ ενός νεκρού. Ένα κατεστραμμένο έθνος που ζητάει από ένα νεκρό βασιλιά βοήθεια,  με έξαλλο ρυθμό και πάθος, οδηγείτε σε σφαίρες απελπισίας, χωρίς όριο.  Παθιασμένα κραυγάζουν σαν να θέλουν να βγάλουν μέσα από τον σκοτεινό τάφο το ‘’πνεύμα του βασιλιά τους’

Αχ αλλοί μου, αλλοίμονό μου,
Ω που τόσο έχουν κλάψει οι λαοί σου
τη θανή σου,
τι’ ναι αφέντη, τι’ ναι αυτή που τώρα
διπλή βρήκε συμφορά όλη τη χώρα;
    Πάει χάθηκε ο στρατός μας
πάνε χάθηκαν τα τρίσκαρμα καράβια,
     ξεκαράβια, ξεκαράβια.»


        ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
Το φάντασμα του Δαρείου

Όταν, η έκκληση του χορού, που καλεί το πνεύμα του Δαρείου να βγεί στο φως, για να τους συμβουλέψει τι πρέπει να κάνουν, φτάσει σε παροξυσμό, εμφανίζεται το φάντασμα του Δαρείου. Ο Αισχύλος παρουσιάζει τον Δαρείο να μην ξέρει γιατί τον κάλεσαν να βγεί στο φως, και γι’ αυτό ρωτάε το χορό γιατί τον κάλεσαν . Ο   χορός  απ’ το παλιό σέβας δεν μπορεί να σηκώσει το κεφάλι για ν’ απαντήσει, και αναλαμβάνει η Άτοσσα να ενημερώσει το Δαρείο για την καταστροφή της  χώρας.
Η Άτοσσα αφού τον μακαρίζει που πέθανε νωρίς και δεν είδε το μέγεθος της συμφοράς που πλάκωσε τη χώρα «……γιατ’ άκου με δυο λόγια να σ’ τα πω./ Πάει και πάει η δύναμη όλη των Περσών»…Στη στιχομυθία που ακολουθεί Άτοσσας-Δαρείου, ο Δαρείος μαθαίνει όλη την αλήθεια. Ο γιός του, για να περάσει το στρατό, στην απέναντι όχθη, έζεψε τον ιερό πορθμό της Έλλης .
  . Κατάπληκτος ο Δαρείος ξαναρωτάει για τον Ελλήσποντο . Θεωρεί ότι είναι ύβρις αυτό που έκανε ό γιός να μετατρέψει τη φύση που είναι περιοχή των θεών. Η Άτοσσα προσπαθεί να τον δικαιολογήσει «………………..Τέτοια  μάθαιν’ από φίλους , πούχε γύρω του κακούς / ο αψύς Ξέρξης, και του λέγαν πως εσύ πλούτο πολύ / μάζεψες για τα παιδιά σου στους πολέμους, ενώ αυτός /  μες στο σπίτι, όχι σαν άντρας, σέρνει μόνο το σπαθί / και καθόλου δεν αυξαίνει του πατέρα του το βιός. / τέτοιους  ντροπιασμούς  ν’ ακούει κάθε μέρα απ’τους κακούς / φίλους, τόβαλε στο νού το κι ’αποφάσισε κι ’αυτός /να σηκώσει κατά πάνω στην Ελλάδα το στρατό»
Ο  Δαρείος αναφέρει ότι από τότε που ο Δίας πατέρας, παραχώρησε σ ’έναν άντρα το προνόμιο, να εξουσιάζει ολόκληρη την προβατόθροφην Ασία και να κυβερνά με το σκήπτρο στο χέρι, τέτοια μεγάλη καταστροφή δεν γνώρισε η χώρα. Είναι λοιπόν από τον Δία δοσμένο να κυβερνάει ‘’ένας’’ μονάρχης την απέραντη Ασιατική χώρα .Όμως ο Ξέρξης διέπραξε Ύβρι τολμώντας να ζεύξει τον ιερό Ελλήσποντο που είναι περιοχή των θεών. Το είδωλο του Δαρείου συμβουλεύει να μην ξαναξεκινίσουν πόλεμο κατά της Ελλάδας, γιατί εκείνοι έχουν
σύμμαχο την ίδια τους τη χώρα. Προβλέπει ότι ,ο  στρατός που άφησε ο Ξέρξης στην Ελλάδα, θα καταστραφεί , γιατί τόλμησαν ν’ ασεβήσουν «……γιατί  σαν ήρθαν  στη γη της Ελλάδας δεν κρατήθηκαν χέρι /στ’ αγάλματα των θεών ιερόσυλο μη βάλουν / και φωτιά στους ναούς. Και τώρα ειν’ οι βωμοί τους /αφανισμένοι και συθέμελα απ τη ρίζα / των θεών τ’ άγια ανάκατα στη γη στρωμένα……(αυτοί τα σπάγανε οι τωρινοί τα κλέβουν)
Όσο για τον ίδιο τον Ξέρξη, συνεχίζει το είδωλο, γυρίζει πίσω στη χώρα του ρακένδυτος  και πρέπει η Άτοσσα να του φορέσει λαμπερή φορεσιά.  Και μην ξεχνάνε, συνεχίζει  ότι « …βαρύς κριτής στέκει από πάνω του ο Δίας /που την υπέρμετρη έπαρση κολάζει……….» Σ’ ολόκληρη τη τραγωδία το θέμα της έπαρσης, αλαζονείας , κομπασμού κυριαρχεί σε όλα τα πρόσωπα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τέχνη δεν κάνει ιστορία. Τα πρόσωπα και αυτής της τραγωδίας είναι ιστορικά μεν πρόσωπα, όμως δεν κρίνονται ανάλογα με τη δράση τους στη ζωή, αλλά με το χαρακτήρα που έχει  πλάσει η καλλιτεχνική ιδιοφυία του δημιουργού και τη θέσης τους στο θεατρικό κείμενο.
Και σ’ αυτή την τραγωδία τα θέματα , της αλαζονείας, της  έπαρσης, αυταρχικότητας κατέχουν την πρώτη θέση. Είναι μερικά πράγματα στη ζωή που δεν έχουν σχέση με ότι γίνεται στη σκηνή
Το φάντασμα του Δαρείου εξαφανίζεται. Για την Άτοσσα παύουν οι θρήνοι και  τώρα η μόνη της φροντίδα είναι να φέρει μια λαμπερή φορεσιά για να σκεπάσει ο γιός της τη γύμνια του.



 ΤΡΙΤΟ  ΣΤΑΣΙΜΟ.
Ο  Χορός επηρεασμένος  από την εμφάνιση του φαντάσματος του Δαρείου, γυρνάει τη μνήμη του πίσω στα χρόνια που κυβερνήτης της απέραντης χώρας ήταν, ο Δαρείος.
Αχ, τι μεγάλη, αλήθεια, κι ’όμορφη για μας
καλοκυβέρνητ’  η ζωή μας που περνούσε,
τότε που ο γηραλέος ο βασιλιάς
με χέρι παντοδύναμο και άκακη καρδιά
ο  ανίκητος ο Ισόθεος
Δαρείος τη χώρα κυβερνούσε

Και πρώτ’ απ’ όλα ξεσηκώναμε στρατούς
στον κόσμο ξακουστούς, που πέρναν
κ’  ΄ερριχταν κάτω κάστρα πυργωτά
κι ’οι γυρισμοί απ’  τον πόλεμο δίχως  καμιά ζημιά
στα ευτυχισμένα σπίτια μας
πίσω με δόξα και τιμή μας φέρναν…………………………
Συνεχίζει ο χορός ν’  απαριθμεί τις περιοχές που κατακτήσανε  σε όλα τα μέρη της γης και πόσο απέραντη έγινε, επί Δαρείου,   η Περσική αυτοκρατορία.
Ας επαναλάβουμε ότι η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι ιστορία για να παρουσιάσει και τον Δαρείο όπως ήταν στην πραγματικότητα.

                                 ΕΞΟΔΟΣ
                     Επιστροφή  του  Ξέρξη
Ύστερα από την αναπόληση, του χορού για τις ευτυχισμένες μέρες που ζούσαν επί  Δαρείου,
τώρα αντικρίζουν την τραγική πραγματικότητα. Ο βασιλιάς των Περσών, ο Ξέρξης, έρχεται ρακένδυτος και σκούζοντας γοερά
Ωϊμέ
Συμφορά μου, ο βαρυόμοιρος. Τι’ νε
η φριχτή κ’ η πιο ανεπάντεχη
συφορά που μου  σύντυχε;
Με ποιά ανήμερη μάνητα ο δαίμονας
στων Περσών τη γενιά πάνω χύμηξε
Ο άθλιος τι να γενώ; Μου κοπήκανε
γόνα κ’  ήπατα, που είδα της χώρας μου
τους γερόντους αυτούς. Αχ δεν ήτανε
να με σκέπαζε
του θανάτου κ’ εμένανε η μοἰρα.

Ο χορός με επιθετικότητα και ένταση, χωρίς πια κανένα σεβασμό αρχίζει θρηνώντας.
Ώχ αλλοί βασιλιά, τρισαλλοί μου
Ο γενναίος μας ο στρατός κ’ η Περσόνομη
Τρανή δόξα κ’ οι ηρώων το καύχημα
που τους θέρισε
το δρεπάνι του χάροντα τώρα.
Θρηνεί η χώρα τα νιάτα του τόπου της
που μακέλεψ ο Ξέρξης στοιβάζοντας
από Πέρσες τον Άδη. Κι’ αρίφνητοι
χαροκόποι, όλο τάνθος της χώρας μας
τοξομάχοι τρανοί, πλήθη ολόπυκνα,
η καλή απαντοχή μας,  αλλοίμονο,
χίλιοι μύριοι για πάντα χαθήκανε,
κι’  η Ασία μαζί των στα γόνατα
θλιβερά και βαρειά
βασιλιά μου έχει γύρει
Συνεχίζουν και οι δύο πλευρές γοερά να θρηνούν .
Χορός.
Θα σύρω, ναι, βαρυόκλαυτο οδυρμό,
φόρο άξιο για τ  ’ανάκουστά μας πάθη
που πάνω μας βαρέσανε στη θάλασσα
και θρηνολόγος της γενιάς και χώρας μας
θα σκούζω βουτημένος μες στο δάκρυ .
Και συνεχίζουν  ζητώντας να τους πεί τι έγιναν οι στρατηγοί του στρατού. Είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές  στιγμές αυτή της σκηνή
Χορός
Ώχου μοι σκούζω, και ρωτώ
Για όλους θέλω να μάθω, πούν’ οι τόσοι
οι φίλ’  οι  άλλοι; Που οι πιστοί σου ακόλουθοι
και συνεχίζουν να αναζητούν όλους τους στρατηγού με τα ονόματά του , και η απάντηση : Είναι όλοι νεκροί. Οι γενναίοι ανίκητοι στρατηγοί έγιναν ένας ‘’κατάλογος νεκρών’’.
Τελειώνοντας την αφήγηση αυτής της συγκλονιστικής τραγωδίας του Αισχύλου θα μπορούσε κανένας να προσθέσει ότι κυριαρχούν οι έννοιες ‘’έπαρση’’, ‘’αλαζονεία’’,  ‘’αυταρχισμός’’ και η σχέση θεών και θνητών. Θα μπορούσε ακόμα να προσθέσει κανείς και πόσο ‘’προφητικό’’ είναι το νόημα αυτής της τραγωδίας. Μετά από χρόνια ,η αθηναϊκή δημοκρατία στο απόγειο της δόξας  της επιχείρησε   την μεγάλη Σικελική εκστρατεία με τα γνωστά αποτελέσματα .
                                    …………………………………………………………………
Πριν κλείσω το κεφάλαιο   που αφορά την τραγωδία του Αισχύλου θα ήταν, νομίζω, χρήσιμο να παραθέσω ένα κείμενο του ALBIN LESKY για τους Πέρσες   «…..Οι Πέρσες είναι ένα ιστορικό δράμα, που όμως  ξεπερνάει τα όρια του είδους, ανιχνεύοντας το νήμα που περικλείεται στο συγκεκριμένο γεγονός. Η νίκη των Ελλήνων είναι επίτευγμα δικό τους αλλά και των θεών που τιμωρούν την υπέρτερη δύναμη και την ασέβεια. Ούτε λέξη χλευασμού για τον αντίπαλο δεν ακούγεται. Εξίσου σοβαρά αντιμετωπίζεται και η δύναμη και η τραγικότητα της πτώσης του. Η μορφή του Δαρείου έχει υψωθεί σε επίπεδο τέτοιου μεγαλείου, ώστε δίνεται η δυνατότητα στο βασιλιά ν’    αποκαλύψει το νόημα του γεγονότος. Βέβαια το δράμα είναι ταυτόχρονα και ιστορικό ντοκουμέντο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μεγαλειώδης αφήγηση της ναυμαχίας γράφτηκε από κάποιον που πήρε μέρος σ’ αυτήν. Πέρα απ ’αυτό είναι θεμιτό, το ερώτημα αν μπορούσαμε να επισημάνουμε σχέσεις τω ‘’Περσών’’ με την πολιτική κατάσταση στην Αθήνα γύρω στο 472 π.Χ. Το δράμα παραστά θηκε τις παραμονές του οστρακισμού του Θεμιστοκλή, και είναι δελεαστική η σκέψη που υποστήριξε πρόσφατα o
PODLECKI  ότι παρουσιάστηκε για να υπερασπίσει τον πολιτικό, που η θέση του εκείνη την εποχή ήταν κλονισμένη. Είναι αλήθεια ότι ο Αισχύλος δεν έγραψε το δράμα του με πολιτικό αντικειμενικό σκοπό. Πάντως, έχει κανείς το δικαίωμα να αναρωτηθεί αν ένα έργο με θέμα τη Σαλαμίνα δεν μετατρέπεται αναπόφευκτα σε εγκώμιο εκείνου που υπήρξε η ψυχή της άμυνας.
Εξάλλου πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η μεγάλη αφήγηση του Άγγελου αρχίζει με την αποφασιστκή πανουργία του Θεμιστοκλή,  των ενώνει με τη μνεία των μεταλλείων του Λαυρίου κάθε Αθηναίος ίσως να σκέφτηκε πως είχε αξιοποιήσει τα αυξημένα έσοδα για την κατασκευή του στόλου………….»
                               …………………………………………………………
Προσωπική εμπειρία
Το πρόσωπο της Άτοσσας είναι ο πρώτος τραγικός ρόλος που έπαιξα στο θέατρο το 1959 με το Πειραϊκό θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη και σκηνοθεσία του ίδιου. Με την καθοδήγησή του εκείνη η Άτοσσα ήταν περισσότερο μητέρα που υποφέρει για το γιό της. Έπρεπε ν’ αποπνέει μητρική στοργή.
Πρώτη παράσταση δόθηκε στο Βελιγράδι και σε συνέχεια στο φεστιβάλ του Βισμπάτεν.
Ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι τώρα εγώ στην αφήγηση που έκανα της τραγωδίας, έχω μια διαφορετική άποψη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου